lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ενίσχυση στα ουκρανικά

Λέξη:
ενίσχυση (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (12):
затвердіння, збільшення, зміцнення, консолідація, покріплення, посилення, посилювання, підсилення, підсилювання, роздратування, ствердження, укріплення
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ενίσχυση, ενίσχυση φωτός με εξαναγκασμένη εκπομπή ακτινοβολίας, ενίσχυση της προσπελασιμότητας, ενίσχυση μνήμης, ενίσχυση μικρομεσαίων επιχειρήσεων 2014, ενίσχυση μεταβολισμού, ενίσχυση στα ουκρανικά, затвердіння στα ελληνικά
ενίσχυση στα ουκρανικά