lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μποϋκοτάρω στα πολωνική

Λέξη:
μποϋκοτάρω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
πολωνική μποϋκοτάρω, μποϋκοτάρω στα πολωνική, bojkotować στα ελληνικά
μποϋκοτάρω στα πολωνική