lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εξερευνώ στα ουκρανικά

Λέξη:
εξερευνώ (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (27):
вивчати, вивчити, виявити, виявляти, виявіть, вчити, довідатися, довідуватися, досліджувати, дослідити, дослідіть, запитувати, маршрут, обшукайте, обшукувати, оглядати, оглянути, опитайте, перевірити, питатися, поразка, поцікавитися, розвідати, розвідувати, розслідувати, цікавитися, шукати
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά εξερευνώ, εξερευνώ τον κόσμο, εξερευνώ το ανθρώπινο σώμα free download, εξερευνώ το ανθρώπινο σώμα download, εξερευνώ το ανθρώπινο σώμα, εξερευνώ την πόλη μου, εξερευνώ στα ουκρανικά, вивчати στα ελληνικά
εξερευνώ στα ουκρανικά