lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ζαλίζω στα ουκρανικά

Λέξη:
ζαλίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (3):
заглушіть, оглушати, оглушити
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ζαλίζω, ζαλίζω στα ουκρανικά, заглушіть στα ελληνικά
ζαλίζω στα ουκρανικά