lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ζαλίζω στα πορτογαλικά

Λέξη:
ζαλίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (4):
atordoar, atroar, aturdir, ensurdecer
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ζαλίζω, ζαλίζω στα πορτογαλικά, atordoar στα ελληνικά
ζαλίζω στα πορτογαλικά