lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θηλαστικό στα ουκρανικά

Λέξη:
θηλαστικό (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (4):
звір, ссавець, тварина, тваринний
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά θηλαστικό, φάλαινα θηλαστικό, πρωτεύον θηλαστικό, πιγκουίνοσ θηλαστικό, μεγαλύτερο θηλαστικό, καρχαρίασ θηλαστικό, θηλαστικό στα ουκρανικά, звір στα ελληνικά
θηλαστικό στα ουκρανικά