lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θηλαστικό στα ρωσικά

Λέξη:
θηλαστικό (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (2):
млекопитающее, млекопитающий
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά θηλαστικό, φάλαινα θηλαστικό, πρωτεύον θηλαστικό, πιγκουίνοσ θηλαστικό, μεγαλύτερο θηλαστικό, καρχαρίασ θηλαστικό, θηλαστικό στα ρωσικά, млекопитающее στα ελληνικά
θηλαστικό στα ρωσικά