lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κενοδοξία στα ουκρανικά

Λέξη:
κενοδοξία (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (4):
зарозумілість, марнославство, сам-захоплення, суєта
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά κενοδοξία, ματαιοδοξία κενοδοξία, κενοδοξία ορισμός, κενοδοξία λεξικό, κενοδοξία ετυμολογία, κενοδοξία στα ουκρανικά, зарозумілість στα ελληνικά
κενοδοξία στα ουκρανικά