lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βοηθός στα φινλανδικά

Λέξη:
βοηθός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (7):
apulainen, auttaja, apu, avustaja, luutnantti, varamies, viransijainen
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά βοηθός, βοηθός φυσικοθεραπείας, βοηθός φαρμακείου, βοηθός οδοντικής τεχνολογίας, βοηθός νοσηλευτικής γενικής νοσηλείας, βοηθός μητρότητας, βοηθός στα φινλανδικά, apulainen στα ελληνικά
βοηθός στα φινλανδικά