lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κινητός στα ουκρανικά

Λέξη:
κινητός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (30):
вручати, вручити, зворушливий, зручний, корисний, мобільний, передати, переміщення, переміщую, переносний, пересувний, пересувною, пересувної, пересувній, подати, портативний, рука, рух, рухливий, рухливою, рухливої, рухливій, рухома, рухомий, рухомою, рухомої, рухомій, ручний, спонукуваний, фігуральний
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά κινητός, κινητόσ τουρισμόσ, κινητόσ σταθμόσ μεταφόρτωσησ απορριμμάτων, κινητόσ και διάχυτοσ υπολογισμόσ, κινητός υπολογισμός, κινητός σμα, κινητός στα ουκρανικά, вручати στα ελληνικά
κινητός στα ουκρανικά