lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

λογαριασμός στα ουκρανικά

Λέξη:
λογαριασμός (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (26):
граф, квитанція, клітка, контроль, крейда, крихітка, лік, лічба, лічення, лічити, нараховувати, обчислення, перевірити, перевірка, перевіряти, полічити, рахування, рахувати, рахунок, рахівниці, розраховувати, розрахувати, розрахунок, чек, шах, імпульс
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά λογαριασμός, λογαριασμός όψεως, λογαριασμός οτε, λογαριασμός μισθοδοσίας, λογαριασμός ευδαπ, λογαριασμός εγλσ για ασφαλιστικές εισφορές οαεε, λογαριασμός στα ουκρανικά, граф στα ελληνικά
λογαριασμός στα ουκρανικά