lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ναύτης στα ουκρανικά

Λέξη:
ναύτης (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (17):
брезентовий, вручати, вручити, голубий, джек, мандрівник, матрос, мореплавець, моряк, передати, плоскостопість, подати, рука, ручний, синій, хлопець, штурман
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ναύτης, ναύτησ τησ κροστάνδησ, ναύτησ ουκ θεόδωροσ κάργασ, ναύτησ ζωγραφιά, ναύτησ βγήκε στη στεριά για περιπολία, ναύτης του αιγαίου, ναύτης στα ουκρανικά, брезентовий στα ελληνικά
ναύτης στα ουκρανικά