lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

νόμισμα στα ουκρανικά

Λέξη:
νόμισμα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (6):
біржа, біржовий, валюта, валютний, обмін, обмінювати
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά νόμισμα, νόμισμα σουηδίας, νόμισμα σκοπίων, νόμισμα σερβίας, νόμισμα ουκρανίας, νόμισμα κίνας, νόμισμα στα ουκρανικά, біржа στα ελληνικά
νόμισμα στα ουκρανικά