lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

περιπλανιέμαι στα ουκρανικά

Λέξη:
περιπλανιέμαι (Αριθμός των γραμμάτων: 13)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (24):
алея, блукати, бродити, гуляти, дріжджі, діяти, закваска, залицяйтеся, йти, мандрувати, попрацювати, працювати, праця, піти, робити, робота, роботи, робочий, служити, твір, хода, ходити, ходьба, іти
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά περιπλανιέμαι, περιπλανιέμαι στα ουκρανικά, алея στα ελληνικά
περιπλανιέμαι στα ουκρανικά