lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πράμα στα ουκρανικά

Λέξη:
πράμα (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (10):
керівник, крам, лідер, майно, напій, речі, староста, товар, товари, товарний
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά πράμα, φρέσκο πράμα, κορίτσι πράμα, καλόν πράμα, καλό πράγμα, ένα πράμα, πράμα στα ουκρανικά, керівник στα ελληνικά
πράμα στα ουκρανικά