lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πράξη στα ουκρανικά

Λέξη:
πράξη (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (22):
акт, акція, виконання, вистава, виступ, вчинок, дія, діяльність, діяти, ефект, закон, збори, поводитися, позов, початок, продуктивність, розглядання, скликання, слухання, спектакль, учинок, чинити
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά πράξη, πράξη χαρακτηρισμού, πράξη υπουργικού συμβουλίου, πράξη νομοθετικού περιεχομένου 2012, πράξη νομοθετικού περιεχομένου, πράξη εφαρμογής εισφορά σε χρήμα, πράξη στα ουκρανικά, акт στα ελληνικά
πράξη στα ουκρανικά