lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πρωί στα ουκρανικά

Λέξη:
πρωί (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (15):
випадок, діло, коробка, нагода, пацієнт, поранений, ранок, світанок, скриня, справа, терпеливий, терплячий, футляр, хворий, чохол
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά πρωί, πρωί συνώνυμα, πρωί πρωί που ξεκινώ, πρωί πρωί με την αυγούλα, πρωί πρωί με τη δροσούλα, πρωί ο ήλιος βγαίνει, πρωί στα ουκρανικά, випадок στα ελληνικά
πρωί στα ουκρανικά