lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στήλη στα ουκρανικά

Λέξη:
στήλη (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (21):
вал, графа, держак, древко, діло, заголовок, зареєструвати, картотека, колона, колонка, назва, напилок, опора, папка, підшивка, реєструвати, рубрика, стовпчик, тека, файл, шеренга
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά στήλη, στήλη υδρομασάζ, στήλη υδραργύρου, στήλη των όφεων, στήλη του κωνσταντίνου, στήλη της ροζέτας, στήλη στα ουκρανικά, вал στα ελληνικά
στήλη στα ουκρανικά