lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άσπρος στα ρωσικά

Λέξη:
άσπρος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (8):
белок, белый, бели, белизна, заболонь, выбеливать, обелять, отбеливать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά άσπρος, ασπροπίνακας, άσπρος χάϊλαντς τεριέ χαριζεται, άσπρος χάϊλαντς τεριέ, άσπρος ταραμάς, άσπρος ποταμός - traditional houses, άσπρος στα ρωσικά, белок στα ελληνικά
άσπρος στα ρωσικά