lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σύγχυση στα ουκρανικά

Λέξη:
σύγχυση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (4):
замішання, збентеження, зніяковіння, плутанина
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά σύγχυση, σύγχυση φύλου, σύγχυση ταυτότητας, σύγχυση σύγχυση, σύγχυση συνώνυμο, σύγχυση συμπτώματα, σύγχυση στα ουκρανικά, замішання στα ελληνικά
σύγχυση στα ουκρανικά