lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σύγχυση στα ουγγρική

Λέξη:
σύγχυση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (5):
keveredés, összetévesztés, hüledezés, rendetlenség, zavar
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική σύγχυση, σύγχυση φύλου, σύγχυση ταυτότητας, σύγχυση σύγχυση, σύγχυση συνώνυμο, σύγχυση συμπτώματα, σύγχυση στα ουγγρική, keveredés στα ελληνικά
σύγχυση στα ουγγρική