lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σύγχυση στα τσεχική

Λέξη:
σύγχυση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (10):
nepořádek, překážka, rozpaky, rozpačitost, trapnost, těžkosti, zaměňování, zmatek, zmatenost, záměna
Σχετικές λέξεις:
τσεχική σύγχυση, σύγχυση φύλου, σύγχυση ταυτότητας, σύγχυση σύγχυση, σύγχυση συνώνυμο, σύγχυση συμπτώματα, σύγχυση στα τσεχική, nepořádek στα ελληνικά
σύγχυση στα τσεχική