lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υπερβολικός στα ουκρανικά

Λέξη:
υπερβολικός (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (16):
безглуздий, безсовісний, високий, екстравагантний, жорсткий, марнотратний, мучення, надмірний, невимірний, негнучкий, непомірний, непрострочений, нерозсудливий, несвоєчасний, тугий, химерний
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά υπερβολικός, υπερβολικόσ πρηνισμόσ, υπερβολικός ύπνος, υπερβολικός συνώνυμο, υπερβολικός συνώνυμα, υπερβολικός στα αγγλικά, υπερβολικός στα ουκρανικά, безглуздий στα ελληνικά
υπερβολικός στα ουκρανικά