lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υπερβολικός στα πορτογαλικά

Λέξη:
υπερβολικός (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (9):
desaforado, descomedido, desmedido, desmesurado, exagerado, excedente, exorbitante, redundante, sobrante
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά υπερβολικός, υπερβολικόσ πρηνισμόσ, υπερβολικός ύπνος, υπερβολικός συνώνυμο, υπερβολικός συνώνυμα, υπερβολικός στα αγγλικά, υπερβολικός στα πορτογαλικά, desaforado στα ελληνικά
υπερβολικός στα πορτογαλικά