lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: παράσιτο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
freeloader, hanger, parasite, scrounger, sponge, sponger, sycophant
παράσιτο
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
cizopasník, příživník
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
nassauer, parasit, schmarotzer, taugenichts
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
parasit, snylter
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
bicho, esponja, gorrista, gorrón, parásito
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
parasite, pique-assiette, écornifleur
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
parassita, scroccone
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
parasitt, snyltegjest, snylter
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
дармоед, паразит, тунеядец
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
parasit, parasitt
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
дармаед, паразіт
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
parasiit
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
loinen, parasiitti
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
parazit
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
parazitas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
esponja, parasita
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
parazit
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відвідувач, гість, запрошений, паразит, солітер, шкідник
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
darmozjad, pasożyt

Σχετικές λέξεις

παράσιτο των εντέρων, παράσιτο σχιστοσωμίασης, παράσιτο ταινία, παράσιτο cymothoa exigua, παράσιτο ορισμός, παράσιτο demodex, παράσιτο βικιλεξικο, το παράσιτο, υποχρεωτικό παράσιτο