lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θάβω στα πολωνική

Λέξη:
θάβω (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (4):
grzebać, pochować, zakopać, zakopywać
Σχετικές λέξεις:
πολωνική θάβω, ονειροκρίτης θάβω, θάψω έθαψα, θάβω συνωνυμα, θάβω english, θάβω στα πολωνική, grzebać στα ελληνικά
θάβω στα πολωνική