λιμάρω στα αγγλικά λιμάρω στα τσεχική λιμάρω στα γερμανικά λιμάρω στα δανική λιμάρω στα ισπανικά λιμάρω στα γαλλικά λιμάρω στα ιταλικά λιμάρω στα νορβηγικά λιμάρω στα ρωσικά λιμάρω στα σουηδικά λιμάρω στα φινλανδικά λιμάρω στα πορτογαλικά
κοινός στα αγγλικά οργή στα ιταλικά αγαπητός στα λευκορωσίας οικιακός στα ουγγρική ανόητος στα ιταλικά
κοινός παρονομαστής master tempo stixoi αγαπητός μανδαλιός ανόητος αγγλικά οργή συνωνυμα οικιακός αποστακτήρας αιθέριων ελαίων