lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έγκριση στα πορτογαλικά

Λέξη:
έγκριση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (22):
acorde, acordo, ajuste, aplauso, aproariam, aprovação, arménia, beneplácito, cita, citação, conforme, conformidade, consenso, consentimento, consonância, convenção, elogio, harmonia, louvor, pacto, prestigio, reconhecimento
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά έγκριση, έγκριση της επιτροπής της πυσ 33/2006 για τη διενέργεια μετατάξεων, έγκριση συνώνυμα, έγκριση περιβαλλοντικών όρων, έγκριση εργασιών μικρής κλίμακας, έγκριση επέμβασης σε δασική έκταση, έγκριση στα πορτογαλικά, acorde στα ελληνικά
έγκριση στα πορτογαλικά