lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έγκριση στα δανική

Λέξη:
έγκριση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (20):
aftale, akkord, applaus, behag, berøm, bifald, enighed, godkendelse, harmoni, ja, kontrakt, lov, medgivende, overenskomst, overensstemmelse, pris, ros, samklang, samtykke, tilslutning
Σχετικές λέξεις:
δανική έγκριση, έγκριση της επιτροπής της πυσ 33/2006 για τη διενέργεια μετατάξεων, έγκριση συνώνυμα, έγκριση περιβαλλοντικών όρων, έγκριση εργασιών μικρής κλίμακας, έγκριση επέμβασης σε δασική έκταση, έγκριση στα δανική, aftale στα ελληνικά
έγκριση στα δανική