lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έγκριση στα ουγγρική

Λέξη:
έγκριση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (12):
beleegyezés, belátás, dicséret, egyetértés, egyezmény, egyezés, elismerés, harmónia, helyeslés, idézet, idézés, köszönetnyilvánítás
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική έγκριση, έγκριση της επιτροπής της πυσ 33/2006 για τη διενέργεια μετατάξεων, έγκριση συνώνυμα, έγκριση περιβαλλοντικών όρων, έγκριση εργασιών μικρής κλίμακας, έγκριση επέμβασης σε δασική έκταση, έγκριση στα ουγγρική, beleegyezés στα ελληνικά
έγκριση στα ουγγρική