lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ήπειρος στα πορτογαλικά

Λέξη:
ήπειρος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (18):
abstinente, arranjo, aterrar, chão, comedido, continente, desembarcar, disposição, frugal, mandato, mesurado, ordem, ordens, país, pedido, solo, sóbrio, terra
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ήπειρος, ήπειρος τόπος να ζεις, ήπειρος ποτάμια, ήπειρος ποστ, ήπειρος νομοί, ήπειρος νέα, ήπειρος στα πορτογαλικά, abstinente στα ελληνικά
ήπειρος στα πορτογαλικά