lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απογοητεύω στα πορτογαλικά

Λέξη:
απογοητεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (10):
decepcionar, desencantar, defraudar, atraiçoar, frustrar, trair, trazer, vender, errar, gemer
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά απογοητεύω, απογοητεύω στα πορτογαλικά, decepcionar στα ελληνικά
απογοητεύω στα πορτογαλικά