lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αποθαρρύνω στα πορτογαλικά

Λέξη:
αποθαρρύνω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (2):
desalentar, desanimar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά αποθαρρύνω, ενθαρρύνω συνώνυμα, ενθαρρύνω συνωνυμο, αποθαρρύνω συνωνυμα, αποθαρρύνω ετυμολογία, αποθαρρύνω english, αποθαρρύνω στα πορτογαλικά, desalentar στα ελληνικά
αποθαρρύνω στα πορτογαλικά