lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βούτυρο στα πορτογαλικά

Λέξη:
βούτυρο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (2):
manteiga, unto
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά βούτυρο, βούτυρο κλαριφιέ, βούτυρο κερκύρας, βούτυρο καριτέ αγορά, βούτυρο καριτέ, βούτυρο κακάο αγορά, βούτυρο στα πορτογαλικά, manteiga στα ελληνικά
βούτυρο στα πορτογαλικά