lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βούτυρο στα σουηδικά

Λέξη:
βούτυρο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά βούτυρο, βούτυρο κλαριφιέ, βούτυρο κερκύρας, βούτυρο καριτέ αγορά, βούτυρο καριτέ, βούτυρο κακάο αγορά, βούτυρο στα σουηδικά, smör στα ελληνικά
βούτυρο στα σουηδικά