lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γάντζος στα πορτογαλικά

Λέξη:
γάντζος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (5):
anelo, anzol, gafa, gancho, garaveto
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά γάντζος, ο γάντζος, γάντζος ψαρέματος, γάντζος ρυμούλκησης, γάντζος οροφής, γάντζος ξεβραχώματος, γάντζος στα πορτογαλικά, anelo στα ελληνικά
γάντζος στα πορτογαλικά