lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γύψος στα πορτογαλικά

Λέξη:
γύψος (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (2):
gesso, peso
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά γύψος, γύψος χημικός τύπος, γύψος τιμή, γύψος στο κρασί, γύψος στα αγγλικά, γύψος παρισιού, γύψος στα πορτογαλικά, gesso στα ελληνικά
γύψος στα πορτογαλικά