lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επιβραδύνω στα πορτογαλικά

Λέξη:
επιβραδύνω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (8):
desculpar, desocupar, despedir, destituir, dispensar, eximir, libertar, retardar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά επιβραδύνω, επιβραδύνω συνώνυμα, επιβραδύνω συνωνυμο, επιβραδύνω στα πορτογαλικά, desculpar στα ελληνικά
επιβραδύνω στα πορτογαλικά