lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευμετάβλητος στα πορτογαλικά

Λέξη:
ευμετάβλητος (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (10):
vario, alternativo, alterno, cambiante, desigual, inconstante, mobile, mudasse, versátil, volátil
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ευμετάβλητος, ευμετάβλητοσ συνώνυμο, ευμετάβλητος/η, ευμετάβλητος τι σημαινει, ευμετάβλητος συνώνυμα, ευμετάβλητος σημασια, ευμετάβλητος στα πορτογαλικά, vario στα ελληνικά
ευμετάβλητος στα πορτογαλικά