lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κονκάρδα στα πορτογαλικά

Λέξη:
κονκάρδα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (10):
aceno, indicio, insígnia, marca, mestra, placa, signo, sinal, âmago, índice
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά κονκάρδα, κονκάρδα συνεδρίου, κονκάρδα στα αγγλικά, κονκάρδα διαφημιστική, κονκάρδα στα πορτογαλικά, aceno στα ελληνικά
κονκάρδα στα πορτογαλικά