lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: στηθοσκόπιο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
earphone, handset, headphone, headset, receiver, stethoscope
στηθοσκόπιο
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
sluchátko, stetoskop
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
hörer, kopfhörer, sterz, stethoskop
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
hørerør, lur, stetoskop
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
auricular, estetoscopio
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
stéthoscope, écouteur
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
auricolare, cuffia
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hørerør, lur, stetoskop
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
стетоскоп, трубка
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
lur, stetoskop
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
стэтаскоп
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
stetoskoop
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kuuloke
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
fonendoszkóp, sztetoszkóp, telefonkagyló
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
auricular
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
stetoskop
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
стетоскоп
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
stetoskop, słuchawka

Σχετικές λέξεις

στηθοσκόπιο littmann, στηθοσκόπιο littmann classic ii se, στηθοσκόπιο τιμή, στηθοσκόπιο littmann master classic ii, στηθοσκόπιο littmann classic ii, στηθοσκόπιο littmann master cardiology, στηθοσκόπιο littmann cardiology iii, στηθοσκόπιο αγορά, στηθοσκόπιο βικιπαιδεια, στηθοσκόπιο master classic ii