νεοσύλλεκτος στα αγγλικά νεοσύλλεκτος στα τσεχική νεοσύλλεκτος στα γερμανικά νεοσύλλεκτος στα δανική νεοσύλλεκτος στα ισπανικά νεοσύλλεκτος στα γαλλικά νεοσύλλεκτος στα ιταλικά νεοσύλλεκτος στα νορβηγικά νεοσύλλεκτος στα ρωσικά νεοσύλλεκτος στα σουηδικά νεοσύλλεκτος στα λευκορωσίας νεοσύλλεκτος στα ουγγρική νεοσύλλεκτος στα ουκρανικά νεοσύλλεκτος στα πολωνική
εκκρίνω στα ουκρανικά δυσοίωνος στα αγγλικά επιδοκιμάζω στα ουκρανικά εύθυμος στα δανική έντερο στα πορτογαλικά
δυσοίωνος συνώνυμα εύθυμος συνώνυμα επιδοκιμάζω λεξικο έντερο στα αγγλικά