lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

νεοσύλλεκτος στα ουκρανικά

Λέξη:
νεοσύλλεκτος (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (4):
новобранець, рекрут, рекруте, споживання
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά νεοσύλλεκτος, νεοσύλλεκτος στα ουκρανικά, новобранець στα ελληνικά
νεοσύλλεκτος στα ουκρανικά