lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ορατός στα πορτογαλικά

Λέξη:
ορατός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (8):
aparente, evidente, inequívoco, manifesto, obvio, óbvio, patente, visível
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ορατός, ορατός συνώνυμο, ορατός συνώνυμα, ορατός κομήτης, ορατός στα πορτογαλικά, aparente στα ελληνικά
ορατός στα πορτογαλικά