lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προοπτική στα πορτογαλικά

Λέξη:
προοπτική (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (13):
aparência, aspecto, espectáculo, expectativa, forma, gesto, modalidade, olhadela, perspectiva, porte, semblante, vista, visão
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά προοπτική, προοπτική φωτογραφία, προοπτική συνώνυμο, προοπτική συνώνυμα, προοπτική στη φωτογραφία, προοπτική μελέτη, προοπτική στα πορτογαλικά, aparência στα ελληνικά
προοπτική στα πορτογαλικά