lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βάρβαρος στα ιταλικά

Λέξη:
βάρβαρος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (14):
atroce, barbarico, barbaro, bestiale, crudele, efferato, feroce, greggio, grezzo, incivile, rozzo, selvaggio, selvatico, truce
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά βάρβαρος, φυτό βάρβαρος, ευγενής βάρβαρος, βάρβαρος συνώνυμα, βάρβαρος συνωνυμο, βάρβαρος ετυμολογία, βάρβαρος στα ιταλικά, atroce στα ελληνικά
βάρβαρος στα ιταλικά