lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σαλιάζω στα πορτογαλικά

Λέξη:
σαλιάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (2):
ensaiar, salivar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά σαλιάζω, σαλιάζω στα πορτογαλικά, ensaiar στα ελληνικά
σαλιάζω στα πορτογαλικά