lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σπάζω στα πορτογαλικά

Λέξη:
σπάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (14):
britar, calcar, cascar, desbaratar, fracturar, infringir, manjar, partir, pisar, quebrantar, quebrar, rasgar, romper, socar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά σπάζω, σπάζω στα πορτογαλικά, britar στα ελληνικά
σπάζω στα πορτογαλικά