lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συνήθως στα πορτογαλικά

Λέξη:
συνήθως (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά συνήθως, όπωσ συνήθωσ, ωσ συνήθωσ, συνήθωσ γαλλικά, συνήθως τα άτομα που σου θυμώνουν εύκολα είναι εκείνα που θα σε αγαπήσουν όσο τίποτα, συνήθως συνώνυμο, συνήθως στα πορτογαλικά, geralmente στα ελληνικά
συνήθως στα πορτογαλικά