lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συσσώρευση στα πορτογαλικά

Λέξη:
συσσώρευση (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (3):
acumulação, aglomeração, amontoamento
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά συσσώρευση, συσσώρευση υγρού στην κοιλιακή χώρα, συσσώρευση υγρού πίσω από το τύμπανο, συσσώρευση συνώνυμο, συσσώρευση πλούτου, συσσώρευση λίπους στην κοιλιά, συσσώρευση στα πορτογαλικά, acumulação στα ελληνικά
συσσώρευση στα πορτογαλικά